back to top
14.9 C
Athens
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024

14.9 C
Athens
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024

Περιδιάβαση στον διεθνή Τύπο

Διαβάστε επίσης

Εννιά μήνες πριν από τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο όλα συντείνουν στο ότι η αναθεώρηση του πλαισίου ασύλου και η σκλήρυνση του μέτρου των απελάσεων θα είναι η τροχιοδεικτική γραμμή πάνω στην οποία θα κινηθούν οι συστημικές πολιτικές δυνάμεις της ΕΕ προκειμένου αν αποτραπεί μία ακόμη μεγαλύτερη ώθηση στις αντιμεταναστευτικές – ξενοφοβικές και ρατσιστικές πολιτικές δυνάμεις που διαρκών ενισχύονται .

Ακόμη και η ομιλία του Ζαν Κλωντ Γιούνκερ η μάλλον κυρίως η ομιλία του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Κατάσταση στην ΕΕ, την οποία θα εκφωνήσει την Τετάρτη, θα επικεντρωθεί, μας ενημερώνει η ευρωπαϊκή ιστοσελίδα Euractiv, στην ριζική αναδιοργάνωση της μεθοριακής υπηρεσίας της ΕΕ Frontex η οποία εκτός των άλλων θα αναλάβει να υλοποιεί σε ολόκληρη της ΕΕ μια τυποποιημένη πολιτική απελάσεων . Άλλωστε , όπως σημειώνει και το Politico στην παρούσα φάση για τα ευρωπαικά και τα γερμανικά πολιτικά πράγματα η αναδιάρθρωση του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου είναι ύψιστη προτεραιότητα και για την Γερμανίδα καγκελάριο Μέρκελ στην παρούσα περίοδο . Κεντρικό στοιχείο αυτής της αναδιάρθρωσης θα είναι η σημαντική αύξηση των απελάσεων

Die Welt: H ΕΕ θέλει να αυξήσει σημαντικά τον αριθμό των απελάσεων

Η πρακτική της απέλασης πρέπει να τυποποιηθεί σε όλη την Ευρώπη και να ενισχυθεί ταυτόχρονα. Κατά τη διάρκεια των προβλεπόμενων μέτρων, οι Βρυξέλλες θα είναι σε θέση να παρεμβαίνουν αποφασιστικά στις εσωτερικές πολιτικές αρμοδιότητες των επιμέρους κρατών μελών αναφέρει η γερμανική εφημερίδα.

Το 2017, μόνο ένας στους τρεις παράνομους μετανάστες (36,6 %) απελάθηκε με σχετική εντολή, σύμφωνα με τα στοιχεία, από τις Βρυξέλλες, στην ΕΕ. «Επιπλέον, πρέπει να γίνουν περισσότερα για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική προστασία των εξωτερικών συνόρων» όπως τονίζεται στο σχέδιο απόφασης για την

αναδιοργάνωση της μεθοριακής υπηρεσίας της ΕΕ Frontex που -σύμφωνα με την Die Welt -θα παρουσιαστεί αυτή την εβδομάδα.

Για την προστασία των εξωτερικών συνόρων οι Βρυξέλλες θέλουν να διαθέσουν στο διάστημα 2021-2027 συνολικά 35 δισεκατομμύρια ευρώ – σχεδόν τρεις φορές περισσότερα από ό, τι πριν.

Παράλληλα, ο αριθμός των μελών του Frontex πρόκειται να αυξηθεί σε 10.000 άνδρες.

Λόγω του χαμηλού αριθμού απελάσεων – και στη Γερμανία – οι Βρυξέλλες θέλουν να λύσουν το ζήτημα σε μεγάλο βαθμό στο μέλλον.

Έτσι, ο Frontex πρόκειται να θεσπίσει ένα λειτουργικό σύστημα απέλασης στα επιμέρους κράτη μέλη. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, θα βελτιωθεί σημαντικά ο εξοπλισμός του Frontex. Ένα άλλο νέο χαρακτηριστικό είναι ότι οι συνοριοφύλακες της ΕΕ ενδέχεται στο μέλλον να επιστρέφουν και τους παράνομους μετανάστες σε τρίτες χώρες με τη συναίνεση της αντίστοιχης κυβέρνησης.

Για να μπορέσουν οι απελάσεις να πετύχουν καλύτερα στο μέλλον, θα πρέπει, επίσης, να δημιουργηθούν στην ΕΕ «εθνικά συστήματα διαχείρισης των απελάσεων». Ως εκ τούτου, όλες οι χώρες μέλη υποχρεούνται να εκδίδουν εντολές απέλασης και μόνο τότε ο Frontex μπορεί να ενεργήσει.

Επιπλέον, οι αιτούντες άσυλο σε ολόκληρη την Ευρώπη καλούνται να συνεργάζονται πολύ στενότερα με τις Αρχές ασύλου και να κάνουν περισσότερα για να παρέχουν απόδειξη ταυτότητας.

Προκειμένου να προστατευθούν τα εξωτερικά σύνορα, ο Frontex θα μπορεί μελλοντικά να ενεργεί χωρίς τη συναίνεση της αντίστοιχης χώρας της ΕΕ. Ένας τέτοιος κανονισμός θα αποτελέσει ορόσημο για τη διαχείριση των συνόρων.

Politico

Υψίστη προτεραιότητα για την Μέρκελ σημειώνει το Politico είναι η αναδιάρθρωση του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου. Οι ηγέτες της Ευρώπης σκιαγράφησαν ένα γενικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων στη σύνοδο κορυφής του Ιουνίου και θα επανεξετάσουν το θέμα στο Σάλτσμπουργκ αργότερα αυτό το μήνα, αλλά το καθήκον αυτό θα διαρκέσει χρόνια για να ολοκληρωθεί και θα απαιτήσει σημαντική δουλειά από τις μεγάλες πρωτεύουσες της ΕΕ. Αν η Μέρκελ κατορθώσει να εγκαταστήσει έναν στενό σύμμαχο στην κορυφαία θέση της Επιτροπής, οι πιθανότητες να εξευρεθεί ένα ικανοποιητικό σύστημα που θα αντιμετωπίσει τις διαιρέσεις στο εσωτερικό της ΕΕ

Κατά τον προηγούμενο διάστημα η κα Μερκελ συζήτησε με πολλούς σχετικά με το τι θα επιλέξει γα τους επικεφαλείς των κορυφαίων ευρωτουρκικών αξιωμάτων Συζήτησε με τον Πρόεδρο Εμμανουήλ Μακρόν τον Πρόεδρο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ τον Κροάτη ηγέτη Αντρέι Πλένκοβιτς σχετικά με την απόφαση. Το συμπέρασμά της; Κανείς δεν ξέρει – ίσως ούτε η ίδια η Μέρκελ.

Η Μέρκελ έχει μια μακροχρόνια επίδειξη ικανότητας στην αποφυγή κινδύνου και η σκληρή αντιπαράθεση για την κορυφαία θέση της ΕΕ τον επικεφαλής στην Κομισιόν θα ισοδυναμούσε με την εγκατάλειψη αυτής της πρακτικής

Με περίπου εννέα μήνες μέχρι τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η Μέρκελ μπορεί να θεωρεί σοφό να διατηρήσει τις επιλογές της ανοικτές.

Ορισμένες χώρες της ΕΕ αναπτύσσονται ήδη την ρητορική εναντίον της συνεχώς διευρυνόμενης γερμανικής ηγεμονίας στην ΕΕ και καθώς η Ένωση αντιμετωπίζει μια σειρά από προκλήσεις, η Μέρκελ θα πρέπει να αποφασίσει αν τα πλεονεκτήματα της εγκατάστασης ενός στενού συμμάχου της Γερμανίας στο γραφείο του κ Γιούνκερ, υπερτερούν των κινδύνων από μια σπασμωδική κίνηση εναντίον Βερολίνου.

Την περασμένη εβδομάδα, συμφώνησε να υποστηρίξει την υποψηφιότητα του Manfred Weber, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, για να είναι Spitzenkandidat, ( ευνοούμενος υποψήφιος ) της κεντροδεξιάς του ομίλου στις εκλογές. Ωστόσο, κατέστησε σαφές ότι αυτό δεν σημάνει και τη δέσμευση της να τον εγκαταστήσει στην ηγεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Εννέα μήνες μέχρι τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η Μέρκελ μπορεί να θεωρεί σοφό να διατηρήσει τις επιλογές της ανοικτές. Η σχετική απειρία του Βέμπερ θα μπορούσε να διευκολύνει την έξοδο του από την κούρσα μετά τις εκλογές ειδικά εάν το ΕΛΚ χάσει μεγάλο αριθμό εδρών. Και τρέχουσες δημοσκοπήσεις υποδηλώνουν ότι το ΕΛΚ θα οδηγηθει σε σημαντικές απώλειες λόγω της ενίσχυσης των λαϊκιστικών κομμάτων.

Ομως ο ιδανικός υποψήφιος της Μέρκελ θα ήταν ψευδο-Γερμανός, κάποιος χωρίς γερμανικό διαβατήριο που θα έκανε την δουλειά του Βερολίνου. Με άλλα λόγια, ένας άλλος Γούνκερ. Ορισμένοι στο Βερολίνο πιστεύουν ότι ο Αλεξάντερ Στουμπ, ο πρώην πρωθυπουργός της Φινλανδίας που ενδιαφέρεται επίσης για τη δουλειά, θα ταιριάζει σε αυτό το πορτραίτο

Οι εκλογές στην Σουηδία είναι οι τελευταία μεγάλη εθνική κάλπη που στήνεται στην ΕΕ πριν από τις ευρωεκλογές και είναι προφανής η σημασία των μετεκλογικών πρωτοβουλιών για τον σχηματισμό κυβέρνησης που θα αφήσει στο περιθώριο το ακροδεξιό κόμμα των Σουηδών Δημοκρατών

Τραυματισμένος ο σουηδικός διπολισμός

Η γαλλική εφημερίδα Le Monde υπενθυμίζει ότι οι Σοσιλαδημοκρατες του Στεφάν Λεβεν κυβερνούν από το 2014 με Πράσινους, σε κυβέρνηση μειοψηφίας η οποία είχε και την ανοχή του κόμματος της Αριστεράς.

Από την άλλη, η κεντροδεξιά είχε από την προηγούμενη δεκαετία συγκροτήσει τετρακομματική “Συμμαχία για τη Σουηδία”, υπό την ηγεσία του κόμματος των Μετριοπαθών και με τη συμμετοχή των Χριστιανοδημοκρατών, των Φιλελευθέρων και του κόμματος του Κέντρου.

Οι δύο αυτοί συνασπισμοί εξέρχονται διπλά τραυματισμένοι από τις εκλογές: κανείς τους δεν συγκεντρώνει καθαρή πρωτιά, εφόσον η διαφορά τους εμφανίζεται οριακή, ούτε κανείς συγκεντρώνει αθροιστικό ποσοστό ικανό να δώσει κυβερνητική αυτοδυναμία, ενώ τα κόμματα-“πρωταγωνιστές”, δηλ. οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Μετριοπαθείς, χάνουν τέσσερις με πέντε μονάδες έκαστο από τη δύναμή τους.

Επιπλέον, η εσωτερική συνοχή των δύο συνασπισμών έχει υποχωρήσει. Αυτό ήταν ήδη εμφανές στο τελευταίο διάστημα της συγκυβέρνησης Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων . Παρά τις προεκλογικές εκτιμήσεις ότι η ανάδειξη του προβλήματος της κλιματικής μεταβολής (λ.χ. με τις πυρκαγιές που κατέστρεψαν 125.000 εκτάρια γης στη Σουηδία το φετινό καλοκαίρι) θα ενίσχυε τους Πράσινους, το ποσοστό τους κατά τα exit polls μετά βίας ξεπερνά το όριο κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης του 4%.

Αλλά η κεντροδεξιά συμμαχία μοιάζει κατακερματισμένη, ιδίως σε ό,τι αφορά την απροθυμία του κόμματός του Κέντρου να ακολουθήσει τη στροφή των υπολοίπων στη σκλήρυνση της μεταναστευτικής πολιτικής.

Καταλύτης για τις εξελίξεις αυτές είναι το όγδοο κατά σειρά κόμμα , και τρίτο στις εκλογές οι Σουηδοί Δημοκράτες που αναδεικνύουν σχεδόν μονοθεματικά τα ζητήματα της μετανάστευσης και της εγκληματικότητας. Ιδρύθηκαν το 1988, εισήλθαν στη Βουλή με ποσοστό 5,7% το 2010, εκτοξεύθηκε στην τρίτη θέση με ποσοστό 13% το 2014, και τώρα αποσπά σχεδόν το ένα πέμπτο των ψήφων, κεφαλαιοποιώντας την κοινωνική ανησυχία που προκάλεσε στη Σουηδία η εισοδος το 2015 στην Σουηδία 163.000 προσφύγων

Οι ρίζες του βρίσκονται στο παλαιότερο φασιστικό κίνημα “Να κρατήσουμε τη Σουηδία σουηδική”, ενώ μόλις λίγα 24ωρα πριν από τις κάλπες ορισμένοι υποψήφιοί του αποσύρθηκαν λόγω της αποκάλυψης των σχέσεών τους με τη βίαιη ακροδεξιά.

Σε κάθε περίπτωση, η ενίσχυση των Σουηδών Δημοκρατών περιπλέκει εξαιρετικά το ερώτημα του σχηματισμού κυβέρνησης (με βάση και το ότι η Αριστερά έχει μία έκκεντρη θέση στο πολιτικό σκηνικό, λόγω της αντίθεσής της προς την Ε.Ε.). Τυχόν επιλογή της Συμμαχίας να κυβερνήσει με την ανοχή της ακροδεξιάς θα ενισχύσει περαιτέρω τις φυγόκεντρες τάσεις στους δικούς της κόλπους. Από την άλλη πλευρά το γερμανικό μοντέλο του Μεγάλου Συνασπισμού δεν συνάδει προς τα σουηδικά πολιτικά ήθη. Δεν αποκλείεται μάλιστα και η προκήρυξη νέων, πρόωρων εκλογών – για πρώτη φορά από το 1958.

Σύμφωνα με τον Guardian καμμία από τα κυριότερες συμμαχίες δεν είναι σε θέση αν διεκδικήσει την πλειοψηφία του κοινοβουλίου της Riksdag που αποτελείται από 349 έδρες Οποιαδήποτε κυβερνητική λύση προκύψει θα χρειαστεί την προσέγγιση των δυο μέχρι σήμερα αντίπαλων συμμαχιών , δηλαδή της Κεντροαριστερας και της Κεντροδεξιάς είτε μιας άτυπης συνεργασίας με την Ακροδεξιά των Σουηδών Δημοκρατών προκείμενου να νομοθετήσει

Όμως τόσο η Κεντροαριστερά όσο και η Κεντροδεξιά στην Σουηδία δεν συμμετείχαν σε επίσημο συνασπισμό από τη δεκαετία του 1950 ενώ όλα τα μέρη δεσμεύτηκαν να συνεχίσουν να αποφύγουν οποιαδήποτε συνεργασία με τους ακροδεξιούς οι οποίοι – μολονότι οι Σουηδοί Δημοκράτες έχουν αποκαθαρθει από τα πιο ανοιχτά ρατσιστικά και νεοφασιστικά τους στοιχεία κατά την τελευταία δεκαετία

Με ακροδεξιά, αντι-μεταναστευτικά, εθνικιστικά και λαϊκίστικα κόμματα που σημειώνουν πρόοδο σε όλη την Ευρώπη και τώρα βρίσκονται στην κυβέρνηση της Ιταλίας, της Αυστρίας, της Νορβηγίας και της Φινλανδίας, οι εκλογές, σε μια χώρα που θεωρείται ως πρότυπο πολιτικής σταθερότητας, ειανι η τελευταία δοκιμασία για το μεταναστευτικό – προσφυγικό θέμα και κυρίως για την ιδέα της ελεύθερης εγκατάστασης στην Ευρώπη

Σε μια εκστρατεία που κυριαρχήθηκε από τη μετανάστευση, την ενσωμάτωση των ξένων , την εγκληματικότητα, την υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση, οι Σουηδοί Δημοκράτες σπάνια απέφυγαν από το βασικό τους μήνυμα που είναι ότι οι 400.000 αιτούντες άσυλο τους οποίους η Σουηδία υποδέχθηκε από το 2012 – επιβαρύνουν επικίνδυνα το γενναιόδωρο κράτος πρόνοιας στη χώρα.

Ωστόσο, πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης διαπίστωσε ότι, όπως και αλλού στην Ευρώπη, τόσο οι ευρωσκεπτικιστές, όσο και οι ψηφοφόροι του πολιτικού κόμματος κατά της μετανάστευσης εμπίπτουν σε κατηγορίες των οποίων η απασχόληση και οι γενικές οικονομικές καταστάσεις επιδεινώθηκαν, όχι μετά το 2012 αλλά μετά από την οικονομική κρίση του 2008.

Αποτελέσματα Γρίφος – Ο Λεβεν φλερτάρει με Φιλελεύθερους και Κεντρώους

Με σχεδόν όλες τις εκλογικές περιφέρειες να έχουν ενσωματωθεί, το κεντροαριστερό κόμμα των σοσιαλδημοκρατών, οι κυβερνητικοί του εταίροι, οι Πράσινοι, και οι σύμμαχοί του στο κοινοβούλιο, το κόμμα της Αριστεράς, συγκέντρωναν το 40,6% των ψήφων.

Η κεντροδεξιά Συμμαχία από την πλευρά της συγκέντρωνε 40,3%. Η διαφορά των δύο παρατάξεων ήταν μόλις περίπου 30.000 ψήφοι.

«Θα χρειαστεί πολλή φαντασία» για τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης γράφει η εφημερίδα Svenska Dagbladet.

O κυβερνητικός συνασπισμός των σοσιαλδημοκρατών και των οικολόγων που κυβερνά από το 2014 εξασφάλισε το ελάχιστο δυνατό προβάδισμα έναντι της Συμμαχίας της κεντροδεξιάς αντιπολίτευσης: δύο έδρες, ή ίσως ακόμη και μόλις μία (144 ή 143, έναντι 142).

Και μάλιστα μένουν ακόμη να καταμετρηθούν οι ψήφοι των Σουηδών του εξωτερικού, που συχνά ευνοούν τη δεξιά. Αυτό θα γίνει την Τετάρτη.

Οι σοσιαλδημοκράτες απώλεσαν 2,8 μονάδες σε σύγκριση με το 2014 και κατέγραψαν τη χειρότερη επίδοσή τους στις εκλογές εδώ και πάνω από έναν αιώνα.

Ζητούν την παραίτηση Λεβέν

«Αυτή η κυβέρνηση ολοκλήρωσε τον κύκλο της. Πρέπει να παραιτηθεί», είπε ο Ουλφ Κριστερσόν, ο επικεφαλής του κόμματος των Μετριοπαθών και υποψήφιος της τετρακομματικής Συμμαχίας — τη συγκροτούν τα κόμματα των Μετριοπαθών, των Φιλελευθέρων, του Κέντρου και των Χριστιανοδημοκρατών — για τον πρωθυπουργικό θώκο.

Η κεντροαριστερά από την πλευρά της ελπίζει να εξασφαλίσει νέα τετραετή θητεία στην κυβέρνηση, αλλά το ερώτημα είναι με ποιον θα συνεργαστεί.

Ο Λεβέν μπορεί να αποπειραθεί να διατηρήσει το μοντέλο του 2014 δηλασδη κυβέρνηση μειοψηφίας μαζί με τους οικολόγους και με την υποστήριξη στο κοινοβούλιο του κόμματος της Αριστεράς

Ενδέχεται εξάλλου ο Λεβέν να παίξει το χαρτί του ανοίγματος και να καλέσει τους Φιλελεύθερους και τους Κεντρώους σε διαπραγματεύσεις. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, η κυβέρνησή του δεν θα διαθέτει την πλειοψηφία των εδρών στο κοινοβούλιο.

Τα πάντα όμως θα εξαρτηθούν από τον οριστικό συσχετισμό δύναμης.

Ο Μίκαελ Γκίλιαμ, καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Γκέτεμποργκ, παρατήρησε μιλώντας στη δημόσια ραδιοφωνία SR πως «μολονότι ο συνδυασμός αριστεράς-πρασίνων είναι μεγαλύτερος, οι Κεντρώοι και οι Φιλελεύθεροι είναι το κλειδί, όχι πλέον (ο ηγέτης της άκρας δεξιάς) Τζίμι Οκεσόν».

Η δεξιά σε δύσκολη θέση

Παρά τις μεγάλες διαφορές τους, τα κόμματα της Συμμαχίας, που βρισκόταν στην εξουσία από το 2006 ως το 2014, έχουν συμφωνήσει πως θα κυβερνήσουν μαζί.

Αλλά αυτό δεν μοιάζει εύκολο: ίσως χρειαστούν τις ψήφους της άκρας δεξιάς.

Ο Οκεσόν, που υποστήριξε χθες βράδυ ότι οι Σουηδοί Δημοκράτες είναι «οι νικητές» των εκλογών, αφού η άνοδος τους ήταν σχεδόν πέντε εκατοστιαίες μονάδες, απηύθυνε νέα έκκληση-τελεσίγραφο στη δεξιά την Κυριακή, απαιτώντας να μάθει: «Κριστερσόν, με ποιον θες να διαπραγματευτείς, με τον Στέφαν Λεβέν ή με τον Τζίμι Οκεσόν;».

«Είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε τις ευθύνες μας», πρόσθεσε.

Ο Κριστερσόν κατέρριψε την προσφορά του ηγέτη της άκρας δεξιάς: «Ήμασταν απόλυτα σαφείς (…) η Συμμαχία δεν θα κυβερνήσει, ούτε θα συζητήσει για το πώς θα σχηματίσει κυβέρνηση, με τους Σουηδούς Δημοκράτες».

Η έκβαση των εκλογών της Κυριακής στη Σουηδία αναμένεται πως θα εντείνει την ανησυχία στις Βρυξέλλες, καθώς η ΕΕ μπαίνει σε προεκλογική ατμόσφαιρα ενόψει των ευρωεκλογών του Μαΐου, στις οποίες ενδέχεται να ενισχυθούν ευρωσκεπτικιστικές ομάδες οι οποίες επιδιώκουν να εμποδίσουν την περαιτέρω ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

Περιορίζονται οι ελπίδες για Ιντλίμπ

Μετά την προχθεσινή τριμερή σύνοδο της Τεχεράνης με Ερντογάν, Πούτιν και τον Ιρανό πρόεδρο Ροχανί φαίνεται ότι περιορίζονται δραματικά οι ελπίδες για αναίμακτη λύση στην συριακή επαρχία Ιντλίμπ, την τελευταία που βρίσκεται στα χέρια των ανταρτών. Σύμφωνα με το REUTERS
οι τρεις χώρες επισήμως συμφώνησαν να αναζητήσουν από κοινού, «σε πνεύμα συνεργασίας», τρόπους για τη διευθέτηση της κατάστασης. Συγκεκριμένα, στην κοινή τους δήλωση συμφωνήσαν
ότι χρειάζονται ασφαλείς διάδρομοι για επιστροφή εκτοπισμένων και πέραν τούτου οι διαφορές παραμένουν. Η πρόταση Ερντογάν για εκεχειρία συνάντησε τη σθεναρή αντίσταση του Πούτιν , ενώ ο Ροχανί επέμεινε ότι η Συρία πρέπει να ανακτήσει τον έλεγχο ολόκληρης της επικράτειας. Η αντίσταση του Πούτιν στα Μόσχα αμφισβητεί κατά πόσον είναι δυνατή η εφαρμογή μιας κατάπαυσης του πυρός από ακραία στοιχεία, που παλιότερα ανήκαν στην Αλ Νούσρα και είχαν στενές σχέσεις με την Αλ Κάιντα.

Σύμφωνα με ανάλυση του Αλ Τζαζίρα, τρία είναι τα πιθανά σενάρια: Τουρκία και Ρωσία θα μπορούσαν να συμφωνήσουν να διατηρήσουν τη ζώνη αποκλιμάκωσης στο Ιντλίμπ, αν η Τουρκία αντιμετωπίσει το ζήτημα της οργάνωσης των ανταρτών Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS). Τους τελευταίους μήνες η Αγκυρα προσπαθεί να πείσει την HTS να αυτοδιαλυθεί και να αφομοιωθεί από τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό, που υποστηρίζεται από την Τουρκία. Οι ξένοι μαχητές της HTS έχουν λάβει διαβεβαιώσεις για ασφαλή έξοδο προκειμένου να μετεγκατασταθούν αλλού.

Αν η Τουρκία συναινέσει στη δράση εναντίον της HTS, αυτό θα μπορούσε να αποτρέψει ρωσική επίθεση κατά του Ιντλίμπ μέχρι να εδραιωθεί η ειρήνη στη Συρία.

Μετά την έκβαση της συνόδου της Τεχεράνης όμως, το δεύτερο σενάριο καθίσταται πιο πιθανό. Θα επέτρεπε την περιορισμένη ρωσική στρατιωτική επιχείρηση στο Ιντλίμπ προκειμένου να ξεριζωθεί η HTS και άλλες ακραίες ομάδες. Με δεδομένο πόσο πυκνοκατοικημένη είναι η περιοχή η Ρωσία και το συριακό καθεστώς θα ήθελαν να αποφύγουν μία μεγάλης κλίμακας επιχείρηση.

Η Ρωσία φαίνεται πως θέλει κυρίως να διασφαλίσει τη βάση της στη Λαττάκεια από επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones), εξωθώντας τις αντιπολιτευτικές ομάδες πιο βόρεια.

Το συριακό καθεστώς από την άλλη ενδιαφέρεται περισσότερο να ανακτήσει τον έλεγχο του αυτοκινητόδρομου Μ5, την κεντρική οδική αρτηρία που περνά μέσα από κομμάτια του Ιντλιμπ. Τα τελευταία δύο χρόνια η στρατηγική του καθεστώτος ήταν να ελευθερώσει τα 470 χλμ. του Μ5 από το Χαλέπι στον Βορρά μέχρι τη Χάμα. Το μόνο κομμάτι του Μ5 εκτός καθεστωτικού ελέγχου βρίσκεται σε τμήμα του Ιντλίμπ.

Πράγματι το καθεστώς Ασαντ θα ήθελε να ανακτήσει κάθε χιλιοστό του Ιντλίμπ, αλλά δεν έχει τους άνδρες να το κάνει, ειδικά αφού θα βρεθεί αντιμέτωπο με δεκάδες χιλιάδες ακραία στοιχεία της αντιπολίτευσης που δεν έχουν πού να πάνε.

Η χειρότερη εξέλιξη

Το τρίτο και πιο τρομαχτικό σενάριο είναι μια ολομέτωπη επίθεση στο Ιντλίμπ. Αυτό το σενάριο είναι προς το παρόν μάλλον απίθανο, επειδή θα μπορούσε να αποδειχθεί ακριβό σε φόρο αίματος αλλά και από άποψη πολιτικού και στρατιωτικού κόστους. Θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ανθρωπιστική καταστροφή, μια μαζική προσφυγική κρίση και μια καταστροφή τεράστιας κλίμακας. Θα κατέληγε να διαλύσει τη σχέση Ρωσίας και Τουρκίας και προφανώς στην κατάρρευση της διαδικασίας της Αστανα. Το σενάριο αυτό θα δημιουργούσε επίσης τριβές στην ούτως ή άλλως τεταμένη σχέση Ρωσίας-Ε.Ε., καθώς η Ευρώπη θα βρισκόταν αντιμέτωπη με νέο κύμα προσφύγων. Οι ΗΠΑ έχουν επίσης προειδοποιήσει για τον κίνδυνο μιας επιχείρησης στο Ιντλίμπ, λέγοντας ότι θα παρέμβουν σε περίπτωση χρήσης χημικών όπλων.

Τέλος, αυτό το τελευταίο σενάριο αντιβαίνει στη νέα ρωσική στρατηγική που έχει στόχο τον επαναπατρισμό των Σύρων προσφύγων και την έναρξη της διαδικασίας ανοικοδόμησης της χώρας με βοήθεια από την Ευρώπη και τις χώρες του Κόλπου.

Άγκυρα – Μόσχα

Οι αντάρτες που ετοιμάζονται για την τελική μάχη ελπίζουν ότι η σύμμαχός τους Τουρκία θα μπορούσε να μεσολαβήσει στη Ρωσία για να αποτρέψει μια ολομέτωπη συριακή επιχείρηση που θα καταφέρει καθοριστικό χτύπημα στην 7ετή εξέγερσή τους.

Η Τουρκία θα μπορούσε να παίξει ρόλο, αφού έχει εξοπλίσει σημαντικό αριθμό ανταρτών στη Συρία και έχει επενδύσει πολιτικά και στρατιωτικά στο Ιντλίμπ. Επιπλέον έχει συνάψει ένα είδος συμφωνίας με την κυρίαρχη ομάδα ανταρτών, τη Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (την πρώην Αλ Νούσρα). Αυτή η σχέση υπήρξε συχνά ταραγμένη. Η Τουρκία στο πλαίσιο του ρόλου της ως εγγυήτριας στη ζώνη αποκλιμάκωσης στο Ιντλίμπ έχει εγκαταστήσει δέκα παρατηρητήρια. Πλέον είναι μικρές, αυτόνομες στρατιωτικές βάσεις. Η κυβέρνηση στην Αγκυρα έχει περιγράψει μια μεγάλη επιχείρηση στο Ιντλίμπ ως «κόκκινη γραμμή». Ουδείς γνωρίζει ακριβώς τι θα μπορούσε να κάνει η Τουρκία σε περίπτωση που το καθεστώς Ασαντ εξαπέλυε μιας μεγάλης κλίμακας επίθεση. Παράλληλα δεν αποκλείεται να υπάρξουν εντάσεις μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας. Οι διμερείς σχέσεις των δύο χωρών είναι σύνθετες και επιδεινώθηκαν τον Νοέμβριο του 2015 όταν η Τουρκία κατέρριψε ρωσικό μαχητικό. Ωστόσο τον Σεπτέμβριο του 2017 υπέγραψαν συμφωνία για τους πυραύλους S-400. Στη συνέχεια, τον Μάρτιο του 2018, μονάδες του Ελεύθερου Συριακού Στρατού, που υποστηρίζεται από την Τουρκία και μάχεται τον Ασαντ, πήραν τον έλεγχο της κουρδικής πόλης Αφρίν.

Επιμέλεια: Ιωάννα Παπαδημητροπούλου

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
ΑΘΗΝΑ +
spot_img

Συμβαίνει στην Αθήνα